Η κυκλική οικονομία ως εθνική στρατηγική ανάπτυξης και ανθεκτικότητας
Άρθρο κας Ντιάνας Γεωργακοπούλου, Γενικής Διευθύντρια Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, στο Βήμα της Κυριακής
Η Ελλάδα, όπως και οι περισσότερες χώρες του πλανήτη, εξακολουθεί να λειτουργεί μέσα σε ένα γραμμικό μοντέλο παραγωγής: παίρνουμε – φτιάχνουμε – πετάμε. Πίσω από κάθε προϊόν που χρησιμοποιούμε κρύβονται τόνοι εξαντλήσιμων φυσικών πόρων, κόπος, ενέργεια, κόστος. Και στο τέλος της γραμμής, βρίσκουμε σωρούς αποβλήτων – στα εργοστάσια, στις αγροτικές καλλιέργειες, στους ΧΥΤΑ. Πρώτες ύλες που τελειώνουν, οικονομίες που πιέζονται, κοινωνίες που αγωνιούν.
Μπροστά σε αυτή τη συνθήκη, η κυκλική οικονομία δεν είναι μια οικολογική πολυτέλεια. Είναι ένας ρεαλιστικός, εθνικός δρόμος ανθεκτικότητας και ανάπτυξης. Ένα μοντέλο που επενδύει στην αξία των υλικών, βλέπει ευκαιρίες εκεί που άλλοτε βλέπαμε βάρος και αναβαθμίζει τη συνεργασία σε μοχλό καινοτομίας.
Σκεφτείτε το εξής: τα απόβλητα μιας βιομηχανίας γίνονται πρώτη ύλη για μια άλλη. Τα υπολείμματα τροφίμων μετατρέπονται σε ενέργεια. Το πλαστικό επιστρέφει στην παραγωγή ως νέο προϊόν. Και κάπου εκεί, δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, νέες αλυσίδες αξίας, νέες ευκαιρίες για τις μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας. Σύμφωνα με την ΕΕ, η μετάβαση στην κυκλική οικονομία μπορεί να δημιουργήσει έως και 700.000 θέσεις εργασίας μέχρι το 2030 και να αυξήσει το ευρωπαϊκό ΑΕΠ κατά 0,5%. Για την Ελλάδα, με τις σταθερά χαμηλές επιδόσεις στη διαχείριση αποβλήτων και το υψηλό ενεργειακό κόστος, η κυκλικότητα είναι μονόδρομος.
Ωστόσο, δεν είναι ο «εύκολος» δρόμος. Διαχρονικά προβλήματα εξακολουθούν να θέτουν σημαντικές προκλήσεις: οι βασικές ελλείψεις σε σύγχρονες υποδομές διαχείρισης αποβλήτων και τα υψηλά ποσοστά υγειονομικής ταφής, η απουσία τεχνικών προδιαγραφών για δευτερογενείς πρώτες ύλες και η περιορισμένη διαθεσιμότητά τους, η χαμηλή κινητοποίηση χρηματοδοτικών πόρων και οι δυσκολίες στην μεταστροφή των καταναλωτικών συνηθειών λειτουργούν ανασταλτικά για τη μετάβαση τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο βιομηχανίας. Ειδικά για την τελευταία, η ενίσχυση του βαθμού ενεργοποίησης βιομηχανικών συνεργειών με την αξιοποίηση σε μεγάλη κλίμακα της βιομηχανικής συμβίωσης θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο όπως καταδεικνύουν ήδη καλά παραδείγματα και ζωντανές εστίες εφαρμογής της στην Ευρώπη.
Παρότι έχουμε ήδη ένα επικαιροποιημένο σχέδιο δράσης για την Κυκλική Οικονομία, η υλοποίησή του προχωρά με αρκετά αργούς ρυθμούς, ενώ εμφανής είναι και η έλλειψη του απαραίτητου μηχανισμού παρακολούθησης και αξιολόγησης της πορείας της χώρας. Ήρθε η ώρα να περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη: να ενεργοποιηθεί ο οδικός χάρτης, να εκδοθούν τεχνικές προδιαγραφές, να απλοποιηθούν οι διαδικασίες αναγνώρισης των δευτερογενών πρώτων υλών, να στηριχθούν επενδύσεις για κρίσιμες υποδομές και να δημιουργηθούν βιώσιμες αγορές για «πράσινα» προϊόντα. Όχι αναπαράγοντας μια στείρα λογική απλής συμμόρφωσης, αλλά επενδύοντας μαζί-Πολιτεία και επιχειρήσεις- στην πρακτική εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας ως επιχειρηματικό μοντέλο αξίας.
Η κυκλική οικονομία δεν είναι απλώς ένας ακόμη πυλώνας βιωσιμότητας. Είναι το κλειδί για μια οικονομία που αντέχει, για μια κοινωνία που προσαρμόζεται, για μια βιομηχανία που μετασχηματίζεται χωρίς να χάνει την ανταγωνιστικότητά της. Κι αυτό το κλειδί, το κρατάμε όλοι μαζί – αρκεί να τολμήσουμε να το χρησιμοποιήσουμε.